16/2/13

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Εκκλησία και Αριστερά: Σκέψεις και εκτιμήσεις

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Σκέψεις καί ἐκτιμήσεις
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση
1.Ἐρωτήματα καί προβληματισμοί
Δέν εἴχαμε καμμία πρόθεση νά ἀσχοληθοῦμε μέ τό συνέδριο, πού ὀργάνωσε το Τμῆμα Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης σέ συνεργασία μέ τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ θέμα «Ἐκκλησία καί Ἀριστερά». Καί τοῦτο διότι ἀπό τῆς εἰσόδου μας εἰς τάς τάξεις τῆς Ἱερωσύνης ἀποφασίσαμε νά μή ἀσχολούμαστε μέ κομματικές καί πολιτικές ἀντιπαραθέσεις, οἱ ὁποῖες διαιροῦν καί φανατίζουν, χωρίς βέβαια αὐτό νά σημαίνει
ὅτι παραιτηθήκαμε καί ἀπό τήν ὑποχρέωσή μας ὡς ἐνεργῶν πολιτῶν νά ἀσκοῦμε τά πολιτικά μας καθήκοντα καί νά στρέφουμε ὅσους Χριστιανούς συμβουλευτικά μᾶς ἐρωτοῦν πρός ἐκεῖνα τά κόμματα πού δέν μάχονται τήν Ἐκκλησία καί δεν παρεμποδίζουν τήν ἐπιτέλεση τοῦ σωτηριώδους ἔργου της. Δέν ἔχουμε τήν οὐτοπική, τη μή ρεαλιστική,γνώμη, ὅτι ὑπάρχει ἤ εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει κάποιο κόμμα, πού θά εὐθυγραμμισθῆ μέ τίς σωτηριώδεις ἐπιδιώξεις τῆς Ἐκκλησίας καί θά βοηθήσει στό ἀνθρωποπλαστικό καί ἀναγεννητικό της ἔργο, τό ὁποῖο τελικῶς ἀποβαίνει πρός ὄφελος τῆς ἴδιας τῆς πολιτείας, ἀφοῦ δημιουργεῖ ἐναρέτους, καλούς καί ἀγαθούς πολίτες. Αὐτό συνέβη μόνο κατά τήν εὐλογημένη χιλιετία τῆς Ρωμιοσύνης τοῦ Βυζαντίου, ὅπου Ἐκκλησία καί Πολιτεία, στα πλαίσια τοῦ θεσμοῦ τῆς συναλληλίας, συνεργάζονταν καί συμπορεύονταν κατά τό πλεῖστον ἁρμονικά, χωρίς νά λείψουν βέβαια πολιτειοκρατικές ἐπεμβάσεις ἀκόμη καί σέ θέματα καθαρῶς ἐκκλησιαστικά καί θεολογικά, ὅπως συνέβη π.χ. μέ τό θέμα τῆς εἰκονομαχίας, ὁπότε ἡ Ἐκκλησία μέ θαρραλέους ἡγέτες ὕψωνε το ἀνάστημά της καί θυσιαστικά μέχρι θανάτου ὑποστήριζε τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως.
Ἡ ἐνασχόλησή μας μέ τό συνέδριο «Ἐκκλησία καί Ἀριστερά» ὀφείλεται ὄχι μόνο εἰς τό ὅτι παρακινηθήκαμε ἀπό δημοσιογράφους να ἐκφράσουμε τήν γνώμη μας, ἀλλά καί εἰς τό ὅτι μέλη τοῦ μικροῦ ποιμνίου μας καί εὐρυτέρου κύκλου ὀρθοδόξων πιστῶν, ἦσαν προβληματισμένα καί παραπλανημένα, ἰδιαίτερα ἀπό την ἐπίσημη συμμετοχή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ὁμάδος ἱεραρχῶν. Σέ τί ἀπέβλεπε αὐτή ἡ συμμετοχή; Ἐπρόκειτο νά ὑπάρξουν γιά τήν Ἐκκλησία κάποια ὀφέλη; Εἶχε ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία ἀπό αὐτήν τήν παράδοξη μίξη μέ ἑτερόκλητες καί ἐχθρικές δυνάμεις; Φοβᾶται ἡ Ἐκκλησία κάποιες ἐξελίξεις καί φροντίζει μέ ἀνθρώπινες συμμαχίες νά τίς προλάβει; Ἐπ᾽ αὐτῶν καί μερικῶν ἄλλων θά ἐκφράσουμε κάποιες σκέψεις.

2. Δέν ἐκπροσωπήθηκαν οὔτε ἡ Ἐκκλησία οὔτε ἡ Ἀριστερά
Αὐτό τό ὁποῖο ἐν πρώτοις πρέπει νά ἐπισημάνουμε εἶναι ὅτι ὁ τίτλος τοῦ συνεδρίου «Ἐκκλησία καί Ἀριστερά» εἶναι παραπλανητικός, διότι δέν ἐκπροσωπήθηκαν σ᾽ αὐτό
οὔτε ἡ Ἐκκλησία οὔτε ἡ Ἀριστερά, ἀπό πλευρᾶς κυρίως τῶν ἐπιλεγέντων εἰσηγητῶν, ἐκτός ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων πού ἁπλῶς ἐπελέγησαν ὡς τό ἄλλοθι μιᾶς πλουραλιστικῆς καί πολυμεροῦς ἐκπροσώπησης.

α) Ἡ ὁμάδα τῶν ἀρχιερέων
Τήν ᾽Εκκλησία, ἐν πρώτοις, ἐξεπροσώπησαν σέ ἐπίπεδο ἐπισκόπων, ἄν ἐξαιρέσουμε τόν μητροπολίτη Γόρτυνος κ. Ἰερεμία, ἡ γνωστή ὁμάδα τῶν μεταπατερικῶν ἱεραρχῶν, ὑποστηρικτῶν τῆς «Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν» τοῦ Βόλου, οἱ ὁποῖοι συμπορεύονται καί ὑποστηρίζουν τίς θέσεις τῆς Ἀριστερᾶς σέ βασικά καί σωτηριώδη θέματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης καί ζωῆς, ὅπως εἶναι το θέμα τοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας και Πολιτείας καί τῆς μεταβολῆς τοῦ κατηχητικοῦ καί ὁμολογιακοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν σε θρησκειολογικό. Ἀφήνω καί την ἀντισυνοδική συμπεριφορά μερικῶν ἐξ αὐτῶν στό θέμα τῆς μεταφράσεως τῶν λειτουργικῶν κειμένων, τήν προκλητική καί ἀρεστή βέβαια στούς «προοδευτικούς» Ἀριστερούς δήλωση ἑνός ἐξ αὐτῶν ὅτι πρέπει οἱ κληρικοί νά πετάξουν τά ράσα ὡς καί τήν ὑπό τοῦ ἰδίου χορηγηθεῖσα ἄδεια σέ ὁμάδες Προτεσταντῶν νά μοιράζουν τήν Καινή Διαθήκη τῆς Βιβλικῆς Ἑταιρείας στά σπίτια τῶν Ὀρθοδόξων τῆς ἐπαρχίας του. Πρόκειται για τούς μητροπολίτες Δημητριάδος Ἰγνάτιο, Μεσσηνίας Χρυσόστομο, Σιατίστης Παῦλο καί Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμο, ὁ καθένας ἀπό τούς ὁποίους βαρύνεται μέ ὅλα ἤ μέ μερικά ἀπό τά ἐπισημανθέντα ἐκκλησιολογικά ἀτοπήματα, στα ὁποῖα πρέπει νά προσθέσουμε και τό κοινό γνώρισμα ὅλων ὅτι εἶναι ὑποστηρικτές καί στυλοβάτες τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Εἶναι λοιπόν δυνα τόν νά ἐμφανίζεται αὐτή ἡ ὁμάδα τῶν ἀρχιερέων ὅτι ἐκπροσωπεῖ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Πατέρων, τούς ὁποίους ἀσεβῶς καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ καταργοῦν με τήν ἐπινοηθεῖσα νέα αἵρεση τῆς Μεταπατερικῆς Θεολογίας;

β) Ἡ ὁμάδα τῶν πανεπιστημιακῶν θεολόγων
Τά ἴδια ἀκριβῶς ἰσχύουν καί για τήν ὁμάδα τῶν καθηγητῶν τοῦ Τμήματος Θεολογίας, ὁ ἕνας ἐκ τῶν ὁποίων, ὁ Μ. Κωνσταντίνου, πρωτοστατεῖ ἐπί ἔτη στήν ὀργάνωση συμπροσευχῶν μέ αἱρετικούς στήν Ἐκκλησία τῶν Φράγκων τῆς Θεσσαλονίκης, δέν ἀποκρύπτει δε αὐτός καί ἄλλοι τήν ἀριστερή πολιτική τους τοποθέτηση• πρωτοστατοῦν ἐπίσης στίς οἰκουμενιστικές ἐκδηλώσεις καί στά οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα πρός τούς αἱρετικούς Μονοφυσίτες, Παπικούς καί Προτεστάντες. Αὐτοί οἱ ἴδιοι εἶχαν την πρωτοβουλία ἐσχάτως μέ ὑπογραφές νά ζητήσουν ἀπό τόν ἀρχιεπίσκοπο τήν τιμωρία δύο ἀρχιερέων, τοῦ σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ καί τοῦ σεβασμιωτάτου μητροπο λίτου Κυθήρων κ. Σεραφείμ, γιά ἐκφρασθεῖσες ὀρθόδοξες θέσεις τους. Πολλοί ἐξ αὐτῶν, ἀνήκοντες στόν σύνδεσμο θεολόγων «Καιρός», ὡς μέλη μάλιστα τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου, περιέρχονται διάφορες πόλεις, προσκαλούμενοι ἀπό ὁμοϊδεάτες τους, γιά νά προπαγανδίσουν ὑπέρ τοῦ θρησκειολογικοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Εἶναι δυνατόν να ὑπάρχει ἀρχιερεύς καί θεολόγος πού νά στενοχωρεῖται, διότι εἰς τούς ὀρθοδόξους νέους τῶν σχολείων μας διδάσκεται τό γνήσιο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου περί τοῦ ὅτι ἀποκλειστικά καί μόνο ὁ Χριστός εἶναι τό φῶς τοῦ κόσμου, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή[1], πού νά μή ὁδηγεῖ καί νά μή ὑποδεικνύει στούς μαθητές ὅτι δέν ὑπάρχει στήν ἱστορία τοῦ κόσμου ἄλλο ὄνομα, ἄλλο πρόσωπο πού θά μᾶς σώσει[2], καί νά ἐξισώνει βλάσφημα τόν Θεάνθρωπο Χριστό μέ τούς ἱδρυτές τῶν ἄλλων θρησκειῶν πού κρατοῦν τούς ἀνθρώπους στό σκότος τῆς πλάνης;
Μπορεῖ νά θεωρηθῆ ὅτι αὐτές οἱ ὁμάδες τῶν συγκρητιστῶν ἀρχιερέων καί θεολόγων ἐκπροσωποῦν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων; Μποροῦν νά ἐπαναλάβουν καί νά διδάξουν στούς μαθητάς αὐτό πού διαχρονικά κηρύσσει ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία, κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις την Οἰκουμένην ἐστήριξεν»;

γ) Ἀριστεροί ἤ ἀριστερίζοντες κληρικοί καί θεολόγοι
Περί τοῦ ὅτι οἱ ἐν λόγῳ ἀριστεροί ἤ ἀριστερίζοντες θεολόγοι εἶναι ἀρεστοί στούς Ἀριστερούς προκύπτει καί ἀπό τή δήλωση πού ἔκανε γιά τό συνέδριο ἀριστερός πολιτικός, ὑποψήφιος βουλευτής τοῦ ΣΥΡΙΖΑ στίς τελευταῖες ἐκλογές καί ἐκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος στόν Δῆμο Θεσσαλονίκης μέ τήν κομματική αὐτή παράταξη, ὁ Τριαντάφυλλος Μηταφίδης, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος στούς διοργανωτές τοῦ συνεδρίου μίλησε μέ θερμά λόγια γιά «γνωστή ὁμάδα προοδευτικῶν θεολόγων τῆς πόλης μας πού δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τίς γνωστές ἀγκυλώσεις τοῦ θρησκευτικοῦ κατεστημένου». Συγχαρητήρια στήν Ἱερά Σύνοδο πού κατάλαβε μαζί μέ τους Ἀριστερούς ὅτι ἀποτελοῦσε μέχρι τώρα ἕνα κατεστημένο μέ γνωστές ἀγκυλώσεις καί συνεργάζεται τώρα μέ τούς προοδευτικούς θεολόγους τῆς Ἀριστερᾶς.
Ὅσοι βέβαια ἀγνοοῦν τά πράγματα θά ἀποροῦν καί θά διερωτῶνται: Μά πῶς εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχουν ἀρχιερεῖς καί θεολόγοι ἀριστεροί, δέν εἶναι αὐτό ἀντιφατικό καί παράλογο; Μπορεῖ ἕνας ἄθεος ὑλιστής νά εἶναι συγχρόνως ἀρχιερεύς καί θεολόγος; Ὅσοι ὅμως περάσαμε τή ζωή μας μέσα στίς Θεολογικές Σχολές γνωρίζουμε ἐκ τῶν ἔσω τήν κατάσταση, ἡ ὁποία ἐπιτρέπει μέ τό σύστημα εἰσαγωγῆς στίς πανεπιστημιακές σχολές μέ πολλαπλές ἐπιλογές να εἰσάγονται πρόσωπα πού ἐδήλωσαν τήν Θεολογία ὄχι ὡς πρώτη ἐπιθυμητή ἐπιλογή, ἀλλά ὡς μία ἀπό τίς τελευταῖες, μόνο καί μόνο γιά νά ἀποκτήσουν τήν φοιτητική ἰδιότητα καί τά πλεονεκτήματά της, ἀδιάφοροι κατά τά ἄλλα γιά την βιωματική καί ἐμπειρική θεολογία. Στήν πλειονότητά της αὐτή ἡ μερίδα τῶν θεολόγων ἐκλαμβάνει την θεολογία ὡς ἕνα βιοποριστικό ἐπάγγελμα καί ὄχι ὡς σωτηριώδη διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου και τῶν Ἁγίων Πατέρων, καί ἑπομένως δέν τούς ἐνδιαφέρει τί θά διδάξουν• τήν θεσούλα τους νά κρατήσουν καί ὁ Χριστός ἄς πωληθῆ ἀντί τριάκοντα ἀργυρίων. Πολύ χειρότερο εἶναι τό ὅτι ὑπάρχουν καί θεολόγοι στρατευμένοι στά ἀριστερά κόμματα ἀπό τά μαθητικά τους χρόνια -γνωρίζουμε τήν διαλυτική λειτουργία τοῦ μαθητικοῦ συνδικαλισμοῦ μέ καταλήψεις σχολείων καί ἄλλα παρεμφερῆ-, οἱ ὁποῖοι ἐπιλέγονται καί προωθοῦνται ἀπό κομματικές ὀργανώσεις, ὥστε να ἐπιλέξουν ὡς πρώτη ἐπιλογή τις Θεολογικές Σχολές -πρόκειται για εὐφυῆ καί ἱκανά στελέχη-, ἔτσι ὥστε νά δροῦν ὡς δούρειοι ἵπποι, ὡς πεμπτοφαλαγγίτες, ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, καί κατά τήν διάρκεια τῶν σπουδῶν τους, ἀλλά και κατόπιν ὡς μέλη τοῦ σώματος τῶν θεολόγων ἀλλά καί τῶν κληρικῶν.
Καθηγηταί λυκείων ἐπαρχιακῶν πόλεων μᾶς ἐνημέρωσαν γιά ἀριστούχους ἀριστερούς μαθητάς τῶν σχολείων τους, πού ἐπέλεξαν τήν Θεολογία ὡς πρώτη σχολή προτιμήσεως καί δροῦν τώρα στις τάξεις τῶν θεολόγων καί τῶν κληρικῶν. Ἄλλωστε ὅλοι οἱ καθηγηταί τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν γνωρίζουμε ὅτι ἡ ΚΝΕ (=Κομμουνιστική Νεολαία Ἑλλάδος) ἐλάμβανε σημαντικό ποσοστό ψήφων κατά τις φοιτητικές ἐκλογές στίς Θεολογικές Σχολές.
Ὁ γράφων γιά τοῦ λόγου το ἀσφαλές θά διηγηθῶ δύο σχετικά περιστατικά, ἄκρως ἀποδεικτικά τῶν λεγομένων. ῾Ως πρόεδρος τῆς «Ἑνώσεως Θεολόγων Βορείου Ἑλλάδος» κατά τήν δεκαετία τοῦ 1980, πρό τῆς Ἱερωσύνης μου, δέχθηκα διαμαρτυρίες συλλόγου γονέων πόλεως τῆς Θράκης, οἱ ὁποῖοι κατήγγειλαν νεαρό θεολόγο, ἄρτι διορισθέντα, ὁ ὁποῖος σέ κάθε τάξη πού πρωτοέμπαινε ἔλεγε στους μαθητάς ὅτι αὐτός ἀπό ὅσα γράφουν τά βιβλία τῶν Θρησκευτικῶν δέν πιστεύει τίποτε, γιατί εἶναι παραμύθια, ἀλλά εἶναι ὑποχρεωμένος νά τά διδάσκει, γιά νά βγάζει το ψωμί του. Τό δεύτερο καί συγκινητικώτερο: Ὅταν ἐχειροτονήθηκα ἱερεύς στήν Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυ τρίας, κάποια Κυριακή, μετά τήν ἀπόλυση τῆς Θείας Λειτουργίας, μέ ἐπλησίασε μέ δάκρυα στά μάτια νεαρή κυρία, τήν ὁποία δέν δυσκολεύτηκα νά ἀναγνωρίσω, διότι ὡς φοιτήτρια στή Θεολογική Σχολή, ἡγέτις τῆς ΚΝΕ, προκαλοῦσε διαρκῶς προβλήματα, μέ θρασύτατες και προκλητικές ἐνέργειες, γιά να ἐκφοβίζει φοιτητάς καί καθηγητάς. Δακρύουσα ἐξέφρασε τήν συγκίνησή της, γιατί ἔγινα ἱερεύς, με διεβεβαίωσε ὅτι ἔχει ἀλλάξει τελείως τόν ἰδεολογικό της προσανατολισμό, καί μοῦ ἐπέρριψε κάποια εὐθύνη, διότι ἡ διδασκαλική μου αὐστηρότητα ἀπέναντί της ὡς φοιτήτριας δέν ἦταν ἀρκετή τότε, γιά νά τήν συνεφέρει• «ἄν μοῦ δίνατε κανένα γερό χαστούκι» μοῦ εἶπε, ἴσως νά συνερχόμουν νωρίτερα. Μέ συγκίνηση καί ἐγώ τῆς ἐξέφρασα τήν χαρά μου γιά τήν μεταστροφή της στόν ἀληθινό δρόμο τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτά γιά ὅσους ἀποροῦν και διερωτῶνται πῶς εἶναι δυνατόν να ὑπάρχουν ἀριστεροί κληρικοί και θεολόγοι.

δ) Ἡ ἐκπροσώπηση τῆς Ἀριστερᾶς
Ὡς πρός τήν ἐκπροσώπηση τῆς Ἀριστερᾶς δέν εἶναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς ὅτι ἦταν μειωμένη ἡ ἐκπροσώπηση, ἀφοῦ ἀπό τά τρία κοινοβουλευτικά κόμματα συμμετεῖχε μόνο τό ἕνα, ὁ ΣΥΡΙΖΑ, τοῦ ὁποίου ὁ ἀριστερός χαρακτήρας ἀμφισβητεῖται ἀπό τήν παραδοσιακή Ἀριστερά τοῦ ΚΚΕ, ἡ ὁποία οὐδέποτε θά συμμετεῖχε σε παρόμοιο συνέδριο, καί εἶναι εἰς αὐτό συνεπής μέ τήν ἰδεολογία της, γιατί γνωρίζει πόσο μεγάλο χάσμα ὑπάρχει ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία καί στήν Ἀριστερά, πόσους διωγμούς ὑπέστη ἡ Ἐκκλησία και πόσους νεομάρτυρες ἀνέδειξε κατά τόν πολύ κοντινό μας εἰκοστό αἰῶνα, ὅταν σέ πολλές ὀρθόδοξες χῶρες (Ρωσία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Σερβία) ἐκυβέρνησαν ἀριστερά κόμματα τῆς ἴδιας ἰδεολογίας, ἀλλά καί στή χώρα μας πόσοι ἱερεῖς κατεσφάγησαν καί πόσοι ναοί καταστράφηκαν ἀπό τούς ἀριστερούς κατά τήν διάρκεια τοῦ ἐμφυλίου πολέμου. Ἡ ἐξομολόγηση τοῦ Χαρίλαου Φλωράκη σέ Ἁγιορείτη Ἱερομόναχο καί ἡ μεταμέλειά του γιά ὅσα διεπράχθησαν, ὅταν μάλιστα διεπίστωσε κατά τήν ἐκεῖ ἐπίσκεψή του ὅτι γνωστοί του νεαροί «σύντροφοι» ἐγκατέλειψαν την ἀριστερή ἰδεολογία καί ἔγιναν μοναχοί, ἀποδεικνύει καί ὑποδεικνύει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἕνα μόνο δρόμο ποιμαντικῆς διακονίας ἔχει, νά κηρύσσει ἀνόθευτο τό Εὐαγγέλιο και νά ἐλέγχει τούς ψευτοποιμένες και ψευτοθεολόγους, πού νοθεύουν τήν ἀλήθεια καί ἀφήνουν στό σκοτάδι τούς πλανεμένους, μέ τέτοια ἰσοπεδωτικά καί ἐξισωτικά συνέδρια σάν αὐτό τῆς Θεσσαλονίκης.

3. Βλάσφημη ἡ ἀφίσα τοῦ συνεδρίου
Ἀπό τά πιό ἐξοργιστικά καί ἀπαράδεκτα γνωρίσματα τοῦ περίεργου αὐτοῦ συνεδρίου, πού ἐπεχείρησε νά βρεῖ κοινά ἑνωτικά γνωρίσματα στά παντελῶς ἀποξενωμένα καί ἀλλοτριωμένα μέρη τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ἀριστερᾶς, εἶναι ἡ ἀφίσα τοῦ συνεδρίου, ἡ ὁποία παρουσιάζει ὑψωμένο ἕνα ἀριστερό ὀργισμένο χέρι, πού στήν ἀριστερή απεικόνιση κρατάει συνήθως το σφυροδρέπανο, νά κρατάει στή θέση του ἕνα σταυρό, προκειμένου νά δείξουν οἱ ἐμπνευσταί τῆς ἀφίσας ὅτι μπορεῖ νά συνυπάρξουν ἡ ἀριστερή γροθιά μέ τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὅμως δυνατόν ὁ Σταυρός, τό σύμβολο τῆς θυσίας, τῆς ἀγάπης, τῆς μή βίας, τῆς αὐτοπαραιτήσεως ἀπό δικαιώματα και διεκδικήσεις, τῆς συγχωρήσεως ἀκόμη καί τῶν σταυρωτῶν, τῆς ἀνοχῆς, τῆς συγγνώμης, τῆς ὑποχωρητικότητας, νά συνυπάρξει με τήν ὑψωμένη μέ ὀργή ἀριστερή γροθιά, πού ἀνατρέπει μέ βία τους ἀντιπάλους, εἰσηγεῖται τήν πάλη τῶν τάξεων καί δικαιώνει ἀκόμη καί ἐμφυλίους πολέμους, σφαγές καί φόνους γιά τήν ἀνατροπή τῆς ἀδικίας μέ στόχο, ὅπως εὔστοχα λέγει ὁ Ρῶσος διανοητής Ν. Μπερντιάεφ «ὅταν νικήσῃ, οἱ παλαιοί πτωχοί γίνονται νέοι πλούσιοι καί δοκιμάζουν μίαν κακεντρεχῆ εὐχαρίστησιν νά καταστήσουν πτωχούς τούς ἀρχαίους πλουσίους»; [3]. Πρόκειται γιά νεοεποχίτικη σύνθεση, γιά συγκρητιστικό κατασκεύασμα πού ἀναμιγνύει τά ἄμικτα, γιά νά παραπλανήσει τους ἁπλουστέρους.

4. Ἀσύμβατα καί ἀσύμπτωτα μεγέθη
Ἐκκλησία καί Ἀριστερά εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἀσύμβατα καί ἀσύμπτωτα μεγέθη. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας θεοΐδρυτος θεσμός, εἶναι τό θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου βασικές θεολογικές ἀρχές καί ἐπιδιώξεις εἶναι νά ὁδηγήσει τούς ἀνθρώπους στή θεογνωσία, νά διδάξει στούς πλουσίους και στούς πτωχούς νά θέτουν τά πνευματικά ἀγαθά ὑπεράνω τῶν ὑλικῶν, τήν ψυχή πάνω ἀπό τό σῶμα, «ὑπερορᾶν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ, ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς πράγματος ἀθανάτου», ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία στηριζόμενη στον Μ. Βασίλειο[4], νά μή δίδουν μεγάλη σημασία στόν παρόντα αἰώνα, ἀλλά νά ἔχουν στραμμένη τήν προσοχή τους στόν μέλλοντα. Ὅπως λέγει ὁ ἴδιος Μέγας Ἅγιος ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί παραδεχόμαστε ὅτι αὐτή ἐδῶ ἡ ζωή δέν ἔχει καμμία ἀξία και δέν θεωροῦμε ὡς ἀγαθά αὐτά πού εἶναι ὠφέλιμα μόνον στήν παροῦσα ζωή• ὅλα ὅσα οἱ ἄνθρωποι θεωροῦν ὡς σπουδαῖα ἀγαθά δέν ἐπιδιώκουμε οἱ Χριστιανοί νά τά ἀποκτήσουμε, οὔτε φθονοῦμε αὐτούς πού τά ἔχουν, «ἀλλ᾽ ἐπί μακρότερον πρόϊμεν ταῖς ἐλπίσι καί πρός ἑτέρου βίου παρασκευήν ἅπαντα πράττομεν»[5]. Ἡ ἀγάπη πρός τους ἐχθρούς καί πρός τούς κοινωνικούς ἀνταγωνιστάς καί ἀντιπάλους, τῶν πτωχῶν πρός τούς πλουσίους καί τῶν πλουσίων πρός τους πτωχούς, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας ὁ πλοῦτος καί ἡ ἰδιοκτησία δέν ἀπορρίπτονται ἀλλ᾽ ἀντιμετωπίζονται ὡς κοινωνικά λειτουργήματα, καί οἱ πλούσιοι ὄχι ὡς ἰδιοκτῆται πού χρησιμοποιοῦν τόν πλοῦτον πρός ἴδιον ὄφελος, ἀλλά ὡς διαχειρισταί και οἰκονόμοι ἀγαθῶν, πού ἀνήκουν σε ὅλους, μαζί μέ τήν ἀσκητική ἀντιμετώπιση τῆς ζωῆς, πού δέν ἐπιδιώκει ἀφθονία ἀγαθῶν, νά κάνει δηλαδή ὅλους τούς ἀνθρώπους πλουσίους, ἀλλά διδάσκει τήν ὀλιγάρκεια, τήν λιτότητα, ἀποτελοῦν βασικά γνωρίσματα τῆς χριστιανικῆς βιοθεωρίας πού δέν ἔχουν
καμμία σχέση μέ τήν ἀριστερή ἀθεϊστική καί ὑλιστική ἰδεολογία. Ἐκεῖ ὅλα αὐτά παρουσιάζονται ὡς «ὄπιον τῶν λαῶν», ἡ ἀθεΐα εἶναι βασικό δίδαγμα, οἱ ὑλιστικές ἀπολαύσεις τῆς παρούσας ζωῆς ὡς το μόνον ἀγαθόν, γιατί δέν ὑπάρχει ἄλλη, ὁ φθόνος καί τό μῖσος προς τούς ἔχοντες καί κατέχοντες καί ἡ ὑποκίνηση κοινωνικῶν διεκδικήσεων, ταραχῶν καί πολέμων, ἡ δικαιολόγηση τῆς ταξικῆς βίας, για τήν ἀνατροπή τῶν πλουσίων, το ὑλιστικό ὅραμα τῆς ἀφθονίας ἀγαθῶν γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, μιά ὑλιστική δηλαδή ἐσχατολογία, σάν τήν ἐσχατολογία τοῦ Ἰσλάμ, δέν ἀφήνουν κανένα περιθώριο συγκλίσεως καί κοινῶν τόπων μεταξύ Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς. Στήν ἀθεΐα καί στόν ὑλισμό τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ, πού ἔγινε κρατική ἰδεολογία τῶν ἀριστερῶν στίς χῶρες πού ἐκυβέρνησαν, ὅπου ἐφήρμοσαν τό παθιασμένο κήρυγμα τοῦ Βολταίρου «Τσαλαπατῆστε, γκρεμῖστε την Ἐκκλησία», ἀναφερόμενος ὁ Φώτης Κόντογλου γράφει τά ἑξῆς για τήν καρποφορία τους: «Ἡ ἀπιστία εἶναι θρονιασμένη στήν καρδιά μας… Οἱ ψυχές τῶν νέων εἶναι ρημαγμένες ἀπό τά ἄγρια ἔνστικτα, πού τά ἀνεβάσανε στήν ἐπιφάνεια ἀπό τά σκοτεινά τάρταρα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, κάποιοι ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου, κάποιοι πνευματικοί ἀνθρωποφάγοι, πού ἀνάμεσά τους πρωτοστατεῖ ἕνας τρελλός λύκος λεγόμενος Νίτσε, μιά μούμια σάν παληόγρια, λεγόμενη Βολταῖρος, κάποιος ζοχαδιακός Φρόϋντ κι᾽ ἕνα πλῆθος ἀπό τέτοια ὄρνια καί κοράκια καί νυχτερίδες. Ὅσοι τούς θαυμάζανε, ἄς καμαρώσουνε σήμερα τά φαρμακερά μανιτάρια, πού φυτρώσανε μέσα στίς καρδιές καί στίς ψυχές τῆς γαγγραινιασμένης ἀνθρωπότητος» [6].
Στήν διδακτορική μας διατριβή, πού ἐγκρίθηκε ἀπό τήν Θεολογική Σχολή τοῦ ΑΠΘ τό 1973, ὅπου σέ ἰδιαίτερο κεφάλαιο ἐξετάζουμε τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου γιά τήν ἰδιοκτησία και τόν πλοῦτο συμπερασματικά, μεταξύ ἄλλων, γράφουμε καί τά ἑξῆς: «Ἐπί τῇ βάσει τοῦ ἐσχατολογικῶς τεθεμελιωμένου ἀσκητισμοῦ, νομοθετηθέντος ὑπό τοῦ Θεοῦ διά να ἔχῃ ὁ ἄνθρωπος ἐστραμμένον το βλέμμα πρός τό μέλλον καί νά μη παρασύρεται ὑπό τῆς ἐν τῷ κόσμῳ ἀνέσεως καί τρυφῆς, προβάλλει ὁ Χρυσόστομος ὡς πρότυπα ὀρθῆς ἔναντι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν στάσεως τάς μεγάλας τῆς ἱερᾶς ἱστορίας μορφάς ἀσκητῶν, τόν Ἠλίαν, τον Πρόδρομον, τούς ἀποστόλους και τάς μοναχικάς κοινότητας. Ἰδεώδης δι᾽ αὐτόν κοινωνικός τύπος δεν εἶναι οὔτε ὁ homo oeconomicus τῶν ἀκραίων ἀτομοκρατικῶν συστημάτων, ὁ πάσας τάς ἀξίας καταπατῶν προκειμένου νά αὐξήσῃ τό κεφάλαιον, οὔτε ὁ προλετάριος τοῦ Κομμουνισμοῦ, ὁ ὁποῖος διά τῆς βίας ἐπιδιώκει ἐξίσωσιν τῶν τάξεων, διά νά ἀπολαύσῃ καί αὐτός τά ὑλικά ἀγαθά. Ἰδεώδης κοινωνικός τύπος εἶναι ὁ ἀσκητής ἄνθρωπος. Το ἀσκητικόν δέ τοῦτο ἰδεῶδες δεν περιορίζει μόνον εἰς τούς τοπικῶς ἀπό τοῦ κόσμου χωριζομένους μοναχούς. Δέν εἰσηγεῖται ὁ Χρυσόστομος διπλοῦν ἰδεῶδες χριστιανικῆς ἠθικῆς τελειότητος. Ἡ μόνη διαφορά μεταξύ τοῦ κοσμικοῦ χριστιανοῦ καί τοῦ μοναχοῦ εἶναι ἡ διάφορος πρός τόν γάμον σχέσις οὐδέν ἕτερον. Ἡ ἀσκητική ἔναντι τῆς ζωῆς στάσις δέν συνεπάγεται ἄρνησιν καί καταστροφήν τοῦ βίου. Ἡ κοινωνική ἀναρχία καί ἡ ἀνατροπή τῶν πάντων δέν ὀφείλονται εἰς τούς μετρίως καί ἐπιεικῶς ζῶντας, ἀλλ᾽ εἰς τούς ἐν τῇ συγκρούσει τῶν συμφερόντων αὐτῶν δημιουργοῦντας πολέμους καί ἀναστατώσεις. Καλεῖ πρός τοῦτο τούς ἀκροατάς του νά ἐπισκεφθοῦν τάς μονάς διά νά ἴδουν τόν ἐκεῖ εἰρηνικόν τῶν μοναχῶν βίον. Ὅλαι αἱ δια κρίσεις ἐκεῖ εἶναι κατηργημέναι, μετ᾽ αὐτῶν δε καί αἱ οἰκονομικαί, τό ἐμόν καί το σόν, καί ὑπάρχει πλήρης σύμπνοια καί ἁρμονία, ὡς μία εἰκών τῶν ἐν τοῖς ἐσχάτοις σχέσεων. Ἀντιθέτως ὁ κομμουνισμός, συγγένεια προς τόν ὁποῖον ἐπεχειρήθη νά εὑρεθῇ καί εἰς τόν Χρυσόστομον, εἶναι ὑλιστικόν σύστημα μέ καθαρῶς ἐνδοκοσμικάς διαστάσεις. Οὐδέν πέραν τῆς ὕλης ὑπάρχει• αὕτη κέκτηται ἀπόλυτον ἀξίαν, ἀποτελεῖ τήν μόνην πραγματικό τητα, τό μόνον ἀγαθόν. Ἡ ἰδέα τοῦ κακοῦ οὐδόλως σχετίζεται πρός τό ἀνθρώπινον πρόσωπον, πρός τάς ἠθικάς καί πνευματικάς αὐτοῦ ἀδυναμίας• τό κακόν ἔχει οἰκονομικοκοι νωνικήν ἔννοιαν, ἐνσαρκοῦται εἰς τήν τάξιν τῶν πλουσίων, οἱ ὁποῖοι ἐμποδίζουν την τάξιν τῶν πτωχῶν νά ἀπολαύσῃ τά ἀγαθά τοῦ κόσμου»[7].
Πῶς λοιπόν νά εὑρεθοῦν καί ποῦ κοινά στοιχεῖα καί κοινοί τόποι, κοινά ὑλικά γιά νά οἰκοδομηθῆ ὁ κοινός οἶκος Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς, νά ὑπάρξει κοινός βηματισμός, ὅπως θέλει ὁ Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Θεολογίας καθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης σέ σχετική του συνέντευξη; Ὁ μόνος κοινός οἶκος στόν ὁποῖο πρέπει οἱ κληρικοί καί οἱ θεολόγοι νά εἰσάγουν τούς ἀνθρώπους εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία, τόν ὁποῖον ὅμως θέλουν νά γκρεμίσουν οἱ ἀριστεροί, καί ὁ μόνος κοινός βηματισμός εἶναι νά βαδίζουμε ἐπί τά ἴχνη τῆς ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ [8], καί ὄχι ἐπί τά ἴχνη τῆς διδασκαλίας καί τῆς ζωῆς τοῦ Βολταίρου, τοῦ Μάρξ, τοῦ Λένιν, και τοῦ Στάλιν.

5. Τό ποιμαντικό χρέος τῆς Ἐκκλησίας
Δέν ἀποτελεῖ δικαιολογία τῆς παρουσίας τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας στό ἐν λόγῳ συνέ δριο ἡ διαπίστωση πώς καί μεταξύ τῶν ἀριστερῶν ὑπάρχουν πιστοί Χριστιανοί. Ἀσφαλῶς πολλοί ἀπό τούς Χριστιανούς παρασύρονται ἀπό τά κοινωνικά κηρύγματα τῆς Ἀριστερᾶς περί δικαιοσύνης, ἰσότητος και ἀδελφωσύνης καί ἐντάσσονται στίς τάξεις ἀριστερῶν κομμάτων, ὅπως παρασύρονται πολλοί και ἐντάσσονται στήν συγκρητιστική ὑπερθρησκεία τῆς Μασονίας, και σέ ἄλλες αἱρέσεις καί παραθρησκευτικά κινήματα. Θά μετεῖχε ἐπισήμως ἡ Ἐκκλησία σέ συνέδριο κοινό μέ τούς Μασόνους, ἐπειδή πολλοί Μασόνοι ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι Χριστιανοί; Νά τό περιμένουμε καί αὐτό; Χρέος τῆς Ἐκκλησίας ποιμαντικό δέν εἶναι νά ὡραιοποιεῖ καί νά νομιμοποιεῖ τήν Ἀριστερά ἤ τήν Μασονία ἤ ἄλλες αἱρέσεις και θρησκεῖες, προβάλλοντας κάποια δῆθεν κοινά ση μεῖα, μηδαμινά και ἀνύπαρκτα, ἀλλά νά διαφωτίζει τούς πιστούς γιά τήν χαώδη ἀπόσταση, γιά τό ἀπροσπέλαστο τεῖχος πού χωρίζει τούς δύο κόσμους, για τό ὅτι δέν ὑπάρχει κοινωνία τοῦ φωτός πρός τό σκότος, καί νά προσπαθεῖ νά βγάλει τούς ἀνθρώπους ἀπό τό σκότος τῆς ἀθεΐας, τοῦ ὑλισμοῦ, τῆς βίας, τοῦ φθόνου, τοῦ κοινωνικοῦ μίσους, τῆς δίψας για τά ὑλικά ἀγαθά πού διδάσκει και πραγματώνει ἡ Ἀριστερά. Νά διδάξει αὐτό πού ἁπλοϊκά ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος ὅτι ὁ Διάβολος με τρία πλοκάμια συλλαμβάνει τους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας και τούς ὁδηγεῖ στήν ἀγκαλιά του• τούς πλουσίους καί κοινωνικά ὑπερέχοντες μέ τήν Μασονία• τούς πτωχούς μέ τόν Κομμουνισμό καί τούς Χριστιανούς μέ τόν Οἰκουμενισμό.
Εἶναι σαφέστατη ἡ εὐαγγελική ἐντολή, τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου προς τούς Ἀποστόλους καί τῶν Ἀποστόλων πρός τούς διαδόχους των ἐπισκόπους, ἱερεῖς καί λαϊκούς. Στο δέκατο κεφάλαιο τοῦ Κατά Ματθαῖον Ἁγίου Εὐαγγελίου, πού θεωρεῖται τό πρῶτο ἐγχειρίδιο ἱεραποστολῆς, ἀποστέλλοντας τούς μαθητάς νά κηρύξουν τούς συνιστᾶ σέ ὅποια οἰκία δεχθοῦν τό Εὐαγγέλιο νά τήν εὐλογοῦν καί νά εὔχονται τήν εἰρήνη• ὅπου ὅμως δέν δε χθοῦν τούς ἀποστόλους καί τό κήρυγμά τους, εἴτε πόλη εἴτε οἰκία, να μή ἔχουν πλέον καμμία σχέση και ἐπικοινωνία• νά τινάξουν ἀκόμη και τήν σκόνη ἀπό τά πόδια τους: «Και ὅς ἐάν μή δέξηται ὑμᾶς μηδέ ἀκούσῃ τούς λόγους ὑμῶν, ἐξερχόμενοι ἔξω τῆς οἰκίας ἤ τῆς πόλεως ἐκείνης ἐκτινάξατε τόν κονιορτόν τῶν ποδῶν ὑμῶν. Ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόμων καί Γομόρρας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἤ τῇ πόλει ἐκείνῃ» [9].
Εἶναι βέβαιο ἀπολύτως ὅτι ἡ Ἀριστερά οὔτε δέχεται οὔτε ἀκούει τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων. Παρά ταῦτα μερικοί ἀρχιερεῖς καί θεολόγοι, ἀντί νά τινάξουν τόν κονιορτό τῶν ποδῶν τους, προσπαθοῦν να βροῦν μαζί μέ τόν πρόεδρο τοῦ Τμήματος καθηγητή Σταμούλη, κοινά ὑλικά γιά νά κάνουν κοινό οἶκο Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς.
Ὁ Ἀπόστολος καί εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ὅπως καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά περιορισθοῦμε σε λίγες μόνον εὐαγγελικές μαρτυρίες, συνιστοῦν νά μήν ἔχουμε καμμία σχέση μέ ὅσους δέν δέχονται τήν διδασκαλία περί τῆς θεότητος καί περί τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Χριστοῦ: «εἴ τις ἔρχεται πρός ὑμᾶς καί ταύτην τήν διδαχήν οὐ φέρει, μή λαμβάνετε αὐτόν εἰς οἰκίαν καί χαίρειν αὐτῷ μή λέγετε• ὁ γάρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοι νωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς»[10].
«Μή γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις• τίς γάρ μετοχή δικαιοσύνῃ καί ἀνομίᾳ; Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; Τίς δέ συμφώνησιν Χριστῷ πρός Βελίαλ ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά ἀπίστου;… Διό ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε»[11].

6. Εὐτελίζουν τήν Ἐκκλησία καί παραθεωροῦν τήν δύναμη καί τό μεγαλεῖο της
Ἡ συμπαράθεση καί ἡ συμπαράταξη τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Ἀριστερά ἔχει καί μία ἄλλη πικρή διάσταση. Ἡ θεοΐδρυτη Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας κεφαλή καί ἀρχηγός δεν εἶναι κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, καί ἡ ὁποία θά παρα μένει εἰς τούς αἰῶνας ἀσάλευτη, ὥστε με τήν αἰωνίου κύρους διδασκαλία της καί τό σω τηριῶδες ἔργο της να βοηθεῖ καί νά σώζει τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἐξισώνεται μέ μία ἀνθρώπινη κοινωνικοφιλοσοφική ὀργάνωση, πού τήν ἐπενόησαν ἄνθρωποι ἐμπαθεῖς, πού σήμερα ὑπάρχει καί αὔριο θά ἔχει χαθῇ, καί ἡ ὁποία στό ὄνομα τῆς δικαισύνης, τῆς ἰσότητος καί τῆς ἀδελφότητος, τίς ὁποῖες καί ὁ Χριστός πρῶτος ἐκήρυξε καί ἐφήρμοσε, ὁδήγησε ἀνθρώπινες κοινωνίες σέ ἐμφυλίους σπαραγμούς. Εἶναι δυνατόν νά γίνεται λόγος γιά δύο πλευρές, τήν Ἐκκλησία καί τήν Ἀριστερά, σάν νά εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἕνα ἀνθρώπινο σωματεῖο, μία ἀνθρώπινη ὀργάνωση, τρεπτή καί παθητή;
Σωματειακή ἀντίληψη ἔχουν για τήν Ἐκκλησία οἱ ὀργανωταί τοῦ Συνεδρίου, πού νομίζουν ὅτι μποροῦν κατά καιρούς νά ἀλλάζουν τις ἀρχές καί τή διδασκαλία της, τό καταστατικό της, καί νά τά προσαρμόζουν στίς ἀνθρώπινες ἐπισφαλεῖς ἐπινοήσεις τους, ὅπως τῆς μετα πατερικῆς θεολογίας καί τῆς μεταπατερικῆς ἐποχῆς. Δέν ὑπάρχουν ἐποχές γιά τήν Ἐκκλησία, οὔτε «πρό» οὔτε «μετά». Αὐτά ἰσχύουν γιά τίς ἀνθρώπινες διδασκαλίες καί τίς ἀνθρώπινες ὀργανώσεις. Καί στούς παλαιούς διωγμούς τῶν εἰδωλολατρῶν και στούς σύγχρονους τῶν Κομμουνιστῶν ἡ Ἐκκλησία δέν ἔγινε παρελθόν, δέν ἔγινε «μετά». Ἀντίθετα οἱ διῶκτες παρῆλθαν καί χάθηκαν, ἡ Ἐκκλησία ἀνθεῖ, μένει καί θα μένει εἰς τούς αἰῶνας, διότι κατά τήν διαβεβαίωση τοῦ θείου ἱδρυτοῦ της «πύλαι ᾍδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»[12].
Δέν ἔχει νά φοβηθεῖ τίποτε και κανένα ἡ Ἐκκλησία. Ἄς ἀναλάβουν τήν κυβέρνηση οἱ Ἀριστεροί ἐκκλησιομάχοι καί ἄς ἐφαρμόσουν τους κομματικούς σχεδιασμούς τους. Ἄς μαίνεται ἡ θάλασσα καί ἄς ἀφρίζουν τά κύματα τῶν πολεμίων της. Ἐμεῖς στεκόμαστε ἐπάνω στην ἀσάλευτη πέτρα τῆς θεοΐδρυτης καί θεοσυντήρητης Ἐκκλησίας και δέν φοβόμαστε, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος [13].
Ἄν πολεμᾶς ἐναντίον ἀνθρώ που ἤ θά νικήσεις ἤ θά νικηθεῖς, λέγει ὁ ἴδιος, ἀσάλευτος καί ἄκαμπτος Ἅγιος μπροστά στίς ἀπειλές τῶν πολιτικῶν ἀρχόντων. Ἄν ὅμως πολεμεῖς τήν Ἐκκλησία, τά βάζεις με τόν Θεό, καί τόν Θεό κανένας ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά τόν νικήσει [14].
Στήν ἱστορία της ἡ Ἐκκλησία δέν συμβιβάστηκε, οὔτε ὑπέκυψε σέ ἰσχυρούς, οὔτε προσπάθησε να τούς καλοπιάσει, ὅπως κάνουμε τώρα μέ τούς Ἀριστερούς, ἀλλά ἀντίθετα τούς ἤλεγξε μέ αὐ στηρότητα, διότι εἶχε τήν πίστη καί την πεποίθηση ὅτι «Ἐκκλησίας οὐδέν ἴσον… Πόσοι ἐπολέμησαν την Ἐκκλησίαν καί οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο; Αὕτη δέ ὑπέρ τόν οὐρανόν ἀναβέβηκε. Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ Ἐκκλησία• πολεμουμένη νικᾷ• ἐπιβουλευομένη περιγίνεται• ὑβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται• δέχεται τραύματα καί οὐ καταπίπτει ὑπό τῶν ἑλκῶν• κλυδωνίζεται, ἀλλ᾽ οὐ καταποντίζεται• χειμάζεται, ἀλλά ναυάγιον οὐχ ὑπομένει• παλαίει, ἀλλ᾽ οὐχ ἡττᾶται• πυκτεύει, ἀλλ᾽ οὐ νικᾶται» [15].

7. Ἀμετακίνητοι οἱ Ἀριστεροί στις θέσεις τους. Συγκρουσιακή σχέση καί σήμερα.
Ἐκκλησίας, λοιπόν, οὐδέν ἴσον καί οὐδέν ἰσχυρότερον. Ἄς το ἀκούσουν αὐτό καί οἱ «ἡμέτεροι» καί οἱ τῆς ἐκκλησιομάχου Ἀριστερᾶς, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο παρέμειναν ἀμετα κίνητοι στίς ἐκκλησιομαχικές τους θέσεις στό συνέδριο, ἀλλά καί ηὔξησαν θρασύτατα τις εἰς βάρος τῶν Χριστιανῶν ἀπαιτήσεις τους, προτείνοντας διά τοῦ βουλευτοῦ τοῦ ΣΥΡΙΖΑ Τάσου Κουράκη νά ἐπιβληθῆ πρόσθετος φόρος σέ ὅσους δηλώνουν στην φορολογική τους δήλωση ὅτι εἶναι Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι, ὥστε μέ τά ἔσοδα αὐτοῦ τοῦ φόρου νά πληρώνονται οἱ ἱερεῖς, γιά νά μή ἐπιβαρύνεται ὁ κρατικός προϋπολογισμός μέ τήν μισθοδοσία τῶν κληρικῶν. Μέ τήν πρόταση βέβαια
αὐτή ἔγιναν περίγελως, ἰδίᾳ στο Διαδίκτυο, καί ὁ βουλευτής καί το κόμμα του. Σημαίνει πάντως και αὐτό ὅτι ἐπιδίωξη τῆς Ἀριστερᾶς, μόνιμη καί σταθερή, εἶναι νά στρέψει τόν εὐσεβῆ ἤ καί τόν ἀδιάφορο λαό ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἄν τόν ἀναγκάσει σέ συνθῆκες δυσπραγίας καί οἰκονομικῆς ἐξαθλίωσης νά πληρώνει εἰδικό ἐκκλησιαστικό φόρο• σέ περίπτωση ἐπίσης πού ἀποφα σίσουν πολλοί νά γίνουν κρυπτοχριστιανοί, γιά νά μή πληρώσουν τόν κεφαλικό φόρο τῆς νέας Τουρκοκρατίας, νά ἰσχυρίζονται οἱ ἄθεοι Ἀριστεροί ὅτι ἔχει μειωθῆ ἡ ἐπιρροή τῆς Ἐκκλησίας, ἐλάχιστο ποσοστό Ἑλλήνων ἔχει σχέση με τήν Ἐκκλησία. Μακάρι νά ἦ ταν δυνατόν ὁ λύκος νά γίνει ἀρνάκι, και νά συνεδρίαζαν μαζί, γιά νά βροῦν κοινά στοιχεῖα. Καί ἐπειδή κατά τίς συζητήσεις αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ὅσοι παρουσιάζουμε τά πράγματα μέ διαφορετική ὀπτική ἀπό αὐτή τῶν ὀργανωτῶν τοῦ συνεδρίου κατηγορούμαστε ὅτι διαιωνίζουμε μία συγκρουσιακή σχέση καί κατάσταση πού ἀνήκει στο παρελθόν, ἐνῶ τώρα στό παρόν πρέπει νά βροῦμε καί νά ἀναπτύξουμε γέφυρες ἐπικοινωνίας, πρέπει να ποῦμε ἐν πρώτοις ὅτι ἡ συγκρουσιακή αὐτή σχέση δέν εἶναι παρελθόν, ἀλλά παρόν, καί ὅτι ἐπίσης γι᾽ αὐτό δέν εὐθύνεται ἡ Ἐκκλησία ἀλλά ἡ Ἀριστερά. Ἡ Ἐκκλησία εὔχεται ὑπέρ τῆς εἰρήνης καί ἐργάζεται γι᾽ αὐτήν τήν εἰρήνη. Θά χρειαζόταν πολύς χῶρος, γιά νά παρουσιάσουμε ὅσα ἐκκλησιομαχικά καί ἀνατρεπτικά τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου προβάλλει καί ὑποστηρίζει ἡ Ἀριστερά
τίς τελευταῖες δεκαετίες. Ἀριστεροί διανοούμε νοι προσπάθησαν να ἀμφισβητήσουν τήν συμβολή τῆς Ἐκκλησίας στήν ἐπανάσταση τοῦ 1821, νά ἀσεβήσουν στήν μνήμη τοῦ πρωτομάρτυρος καί ἐθνομάρτυρος πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´ και ἄλλων ἱεραρχῶν. Νά ἀμφισβητήσουν τήν ὕπαρξη τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ. Νά θορυβήσουν καί νά διαμαρτυρηθοῦν γιά τήν παρουσία ἱερέων ἐξομολόγων στά δημόσια καί ἰδιωτικά σχολεῖα. Μέχρι σήμερα προσπαθοῦν ἤ νά ἐκδιώξουν τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό τά σχολεῖα ἤ νά τό μεταβάλλουν σε θρησκειολογικό. Μέ πεῖσμα προβάλλουν τόν χωρισμό Ἐκκλησίας και Πολιτείας, τήν ἀπόσυρση τῶν θρησκευτικῶν συμβόλων, τοῦ Σταυροῦ καί τῶν εἰκόνων, δηλαδή, ἀπό τά σχολεῖα, τά δικαστήρια καί τά νοσοκομεῖα, ὡς νέοι εἰκονομάχοι. Πρωτοστάτησαν στήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ὑποστήριζαν καί ὑποστηρίζουν τον πολιτικό γάμο, τό σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης, τήν ὁμοφυλοφιλία, καί συναφῶς τόν γάμο ὁμοφυλοφίλων, τήν ἀλλαγή τοῦ περιεχομένου τῶν σχολικῶν βιβλίων μέ τήν ἀφαίρεση θρησκευτικῶν θεμάτων και συμβόλων• στό ὄνομα τῆς ἐλευθερίας τῆς τέχνης καί τοῦ λόγου ὑποστηρίζουν βλάσφημες τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἁγίων κινηματογραφικές ταινίες καί θεατρικά ἔργα και πλεῖστα ἄλλα, ὧν οὐκ ἔστι ἀριθμός.
Αὐτά ἔπρεπε νά προβάλουν οἱ τῆς Ἐκκλησίας στό συνέδριο καί ὄχι να βρίσκουν αὐτονόητα καί ἀποδεκτά ἀπό ὅλους κοινά σημεῖα, ὅπως εἶναι ἡ ἐνίσχυση καί ἀνακούφιση τῶν ἐνδεῶν καί ἡ ὑποστήριξη τῶν ἀδικουμένων. Αὐτά ἡ Ἐκκλησία τά ἐδίδαξε καί τά ἐφήρμοσε ἀπό τότε πού ἱδρύθηκε, μέ πυκνό δίκτυο φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων καί κέντρων προνοίας, παραδειγματικῶν. Δέν θα τά μάθει ἀπό τήν Ἀριστερά, ἡ ὁποία ἐκμεταλλεύεται τούς πτωχούς και ἀδυνάτους, γιά νά ἀνέλθει στην ἐξουσία καί νά δημιουργήσει νέους καταπιεσμένους καί πτωχούς καί τά Γκουλάκ τοῦ Σολζενίτσυν.
Ἡ Ἐκκλησία πιστεύει καί διδάσκει ὅτι ἀσφαλῶς πρέπει οἱ ἄνθρωποι νά ἔχουν τόν καθημερινό τους ἄρτο, «τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον», ὅπως προσεύχεται καθημερινά στό «Πάτερ ἡμῶν» καί ἐφαρμόζει μέ τίς χιλιάδες τῶν ἐνδεῶν πού σιτίζονται καθημερινά στά ἐνοριακά συσσίτια, πού καί σ᾽ αὐτά ἰδεολογικά εἶναι ἀντίθετη ἡ Ἀριστερά, διότι πιστεύει ὅτι ἡ μεγάλη ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης ἐξευτελίζει τους ἀνθρώπους. Κυρίως, ὅμως, πιστεύει ἡ Ἐκκλησία ὅτι «οὐκ ἐπ᾽ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος», ὑπάρχουν πνευματικές ἀνάγκες τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, πού ἔχουν προτεραιότητα, τίς ὁποῖες ὅμως ἡ Ἀριστερά δέν ἀναγνωρίζει, γιατί δέν πιστεύει στήν ὕπαρξη ψυχῆς καί πνευματικῶν ὄντων, ἀλλά φιλοσοφία της ὅπως τῶν ὑλιστῶν, δεξιῶν καί ἀριστερῶν, εἶναι τό «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν»[16]. Καί ἐφ᾽ ὅσον ὑπάρχει αὐτή ἡ θεμελιώδης ἀθεϊστική καί ὑλιστική ἰδεολογία, ἡ συγκρουσιακή σχέση, εἶναι καί θά εἶναι διαρκής, ἐκτός ἄν οἱ «ἡμέτεροι» ἐγκαταλείψουν τά τῆς Ἐκκλησίας καί υἱοθετήσουν τά τῆς Ἀριστερᾶς.

Ἐπίλογος
Ἁγιορείτης μοναχός πού ἐπικοινώνησε μαζί μου ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν συζητήσεων γιά τήν Ἐκκλησία καί τήν Ἀριστερά μοῦ ὑπέδειξε και μοῦ ἔστειλε κείμενα ἀριστερῶν ἡγε τῶν γιά τήν σχεδιασμένη ἐκ μέρους τους χρησιμοποίηση τοῦ κινηματογράφου, τοῦ θεάτρου καί σήμερα τῆς τηλεοράσεως ὡς μέσων προπαγάνδας ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἆραγε τυχαῖο ὅτι ἡ πλειονότητα τῶν ἠθοποιῶν καί τῶν ἄλλων καλλιτεχνῶν εἶναι ἀριστεροί;
Ὁ γνωστός μαρξιστής Λέων Τρότσκυ ἐδίδασκε ὅτι πρέπει νά ἀπορριφθῆ ὁ χριστιανικός ἀσκητισμός καί ἡ καταπίεση τῶν φυσικῶν ἐνστίκτων, καί νά ἀξιοποιηθοῦν τά ἀνθρώπινα ἔνστικτα καί τά πάθη, γιατί τό κράτος τῆς ἐργατικῆς τάξης δέν εἶναι οὔτε πνευματικό τάγμα οὔτε μοναστήρι. Ἡ Ψυχαγωγία εἶναι ὅπλο μαζικῆς ἐκπαίδευσης, ἀπελευθερωμένης ἀπό τή φρούρηση τοῦ παιδαγωγοῦ καί ἀπό τήν κουραστική συνήθεια νά ἠθικοποιεῖ. Ὁ κινηματογράφος ἀνταγωνίζεται ὄχι μόνο τήν ταβέρνα ἀλλά ἐπίσης και τήν ἐκκλησία. Καί αὐτός ὁ ἀνταγωνισμός μπορεῖ νά ἀποβεῖ θανάσιμος γιά τήν ἐκκλησία, ἄν ἀναπληρώσουμε τόν χωρισμό τῆς ἐκκλησίας ἀπό τό σοσιαλιστικό κράτος, μέ τήν συγχώνευση τοῦ σοσιαλιστικοῦ κράτους μέ τόν κινηματογράφο!
Προκαλοῦν φρίκη καί ἀποτροπιασμό ὅσα ὁ ἀριστερός φιλόσοφος και διανοητής B. Russel εἰσηγεῖται προκειμένου νά ἀποδομηθεῖ ἡ παλαιά χριστιανική τάξη καί νά φθάσουμε στή νέα τάξη πραγμάτων. Μεταξύ ἄλλων προτείνει τόν ἀγνωστικισμό καί τήν ἀθεΐα στήν ἐκπαίδευση, ὡς καί τόν ἠθικό σχετικισμό, τή σεξουαλική διαπαιδαγώγηση καί την πορνογραφία, τήν κατάργηση τῶν δογμάτων τῶν ἐκ κλησιῶν, τή διανομή τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, τήν περιστολή τῆς μισθοδοσίας τῶν κληρικῶν, ὥστε νά γίνει ἡ Ἐκκλησία πιό προσαρμοστική, στό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, τήν ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν, τήν καταστροφή τῆς πατριαρχικῆς οἰκογενείας καί τινα ἄλλα. Εἰδικά μάλιστα γιά τήν μισθοδοτούμενη ἱερωσύνη προτείνει να καταργηθεῖ ἐντελῶς καί ἱερεῖς νά γίνονται ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι κατά τη διάρκεια τῆς ἑβδομάδος θά ἔχουν ἄλλες ἀπασχολήσεις καί θά κάνουν τήν Κυριακή τά θρησκευτικά τους καθήκοντα χωρίς ἀμοιβή! [17].
Μερικά ἀπό αὐτά ἤδη ἔχουν προχωρήσει πολύ καί ἐφαρμόζονται στήν πρώην χριστιανική Ἑλλάδα, ἀφοῦ ἀπό τήν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἀσθενής καί μειωμένη ἀντίδραση, μερικές φορές μάλιστα ἀποδοχή καί ὑποστήριξη ἀπό ὁμάδες κληρικῶν καί λαϊκῶν θεολόγων. Εἶναι τά κοινά ὑλικά Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς, μέ τά ὁποῖα μᾶς ἐκάλεσαν οἱ ὀργανωταί τοῦ Συνεδρίου, συμπραττούσης, δυστυχῶς, καί τῆς διοικούσης Ἐκκλησίας, νά οἰκοδομήσουμε τόν κοινό οἶκο Ἐκκλησίας καί Ἀριστερᾶς. Μή γένοιτο.
________________________________
Ὑποσημειώσεις:
1. Ἰω. 8, 12. 9,5. 14,6.
2. Πράξ. 4, 12: «Καί οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία• οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν το δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς».
3. Ν. ΜΠΕΡΔΙΑΓΙΕΦ, Περί τοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μετάφρ. ὑπό μητροπολίτου Σάμου Εἰρηναίου, Ἀθῆναι 1950, σελ. 318.
4. Ἀπολυτίκιο ὁσίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν: «Ἐν σοί πάτερ (ἤ μῆτερ) ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα…».Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Εἰς τό πρόσεχε σεαυτῷ 3 ΕΠΕ σ. 222: «Ὑπερόρα σρκός, παρέρχεται γάρ• ἐπιμελοῦ ψυχῆς, πρά γματος ἀθανάτου».
5. Πρός τούς νέους ὅπως ἄν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων 2, ΕΠΕ 7, 318.
6. Φ. ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ, Μυστικά ἄνθη, σελ. 111-112.
7. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου και τοῦ κόσμου κατά τόν Ἅγιον Ἰωάννην Χρυσόστομον, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 158.
8. Α´ Πέτρ. 2, 21: «Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ». Ἰω. 8, 12: Ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσει ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾽ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» και πλεῖστα ἄλλα.
9. Ματθ. 10, 12-15.
10. Β´ Ἰω. 10-11.
11. Β´ Κορ. 6, 14-17.
12. Ματθ. 16, 18.
13. Ὁμιλία πρό τῆς ἐξορίας 1, ΕΠΕ 33, 384: «Πολλά τά κύματα καί χαλεπόν τό κλυδώνιον• ἀλλ᾽ οὐ δεδοίκαμεν, μή καταποντισθῶμεν• ἐπί γάρ τῆς πέτρας ἑστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλῦσαι οὐ δύναται• ἐγειρέσθω τά κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τό πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει».
14. Αὐτόθι, 1-2, ΕΠΕ 33, 386: «Οὐδέν Ἐκκλησίας δυνατώτερον, ἄνθρωπε. Λῦσον τόν πόλεμον, ἵνα μη κα ταλύσῃ σου τήν δύναμιν• μή εἴσαγε πόλεμον εἰς οὐρανόν. Ἄνθρωπον ἐάν πολεμῇς, ἤ ἐνίκησας ἤ ἐνικήθης, Ἐκκλησίαν δέ ἐάν πολεμῇς, νικῆσαί σε ἀμήχανον. Ὁ Θεός γάρ ἐστιν ὁ πάντων ἰσχυρότερος… Εἰ ἀπιστεῖς τῷ λόγῳ, πίστευε τοῖς πράγμασι. Πόσοι τύραννοι ἠθέλησαν περιγενέσθαι τῆς Ἐκκλησίας; Πόσα τήγανα; Πόσοι κάμινοι, θηρίων ὀδόντες, ξίφη ἠκονημένα καί οὐ περιεγένοντο; Ποῦ οἱ πολεμήσαντες; Σεσίγηνται καί λήθῃ παραδέδονται. Ποῦ δέ ἡ Ἐκκλησία; Ὑπέρ τόν ἥλιον λάμπει. Τά ἐκείνων ἔσβεσται, τά ταύτης ἀθάνατα».
15. Πρός Εὐτρόπιον, 2, 1 ΕΠΕ, 33,110 καί αὐτόθι 2, 6, σελ. 124.
16. Α´ Κορ. 15, 32
17. Βλ. Τό θέαμα ἕνα φοβερό πνευματικό ὅπλο. Οἱ ἀπόψεις τοῦ μαρξιστῆ Λέοντος Τρότσκυ γιά τή χρήση τοῦ θεάματος ἐναντίον τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, καί BERTRAND RUSSEL, Ἀθεϊστική παιδεία, ἡ ἀπάνθρωπος, καί τό νέο Παγκόσμιο Κράτος. Ἀναφορά στόν ἀποδομητή Μπέρτραντ Ράσσελ (B. Russel), στήν ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου.
Ορθόδοξος Τύπος, 15/2/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)